Φρίντριχ Νίτσε
Ο άνθρωπος αγωνίζεται πρωταρχικά να επιβιώσει. Για να το καταφέρει αυτό θα πρέπει να συντηρεί το σώμα του, να το προφυλάξει από κινδύνους και να συμβιώνει με άλλους. Αντίπαλο σ’ αυτά έχει το φόβο και την άγνοια. Ο φόβος οφείλεται στην άγνοια και η άγνοια στον φόβο. Βλέποντας τους άλλους να αγνοούν και να φοβούνται λιγότερο ή περισσότερο από αυτόν πρέπει γρήγορα κι αυτός να λάβει μια θέση ώστε να εξατομικευθεί και να ξεχωρίσει.
Μια επώδυνη λύση του αίρει την ηδονή και μια ανώδυνη τη δημιουργία. Αυτό που πρέπει να κάνει τώρα είναι να βρει μια τρίτη λύση που να απαλύνει τις άλλες δύο.
Πλάθει θεούς και ήρωες οι οποίοι γνωρίζουν τα πάντα και δε φοβούνται τίποτα, είναι στο πλευρό του και ιδιαίτερα όταν αυτός είναι ανίσχυρος. Τώρα καλείται ο άνθρωπος ή να τους μιμηθεί και να ενταχθεί με τους ισχυρούς ή να φιλοσοφήσει πάνω τους και να ενταχθεί με τους ανίσχυρους. Αν τους μιμηθεί οι ανίσχυροι θα του καταλογίσουν βλασφημία και αλαζονεία. Αν φιλοσοφήσει πάνω τους οι ισχυροί θα του καταλογίσουν υπεκφυγή κι αδυναμία. Αυτό που μένει να γίνει τώρα είναι να διαλυθεί η σύγχυση με έναν πιο έξυπνο τρόπο.
Ο ανίσχυρος άνθρωπος εισαγάγει τώρα την ηθική: αν ανήκω στους αδύναμους θα υποστώ πολλά, αλλά θα ανταμειφθώ μετά θάνατο. Αν ανήκω στους ισχυρούς θα καρπωθώ πολλά αλλά θα τιμωρηθώ μετά θάνατο. Έτσι ως καλός θα αρκούμαι στο να ονειρεύομαι μόνο όσα οι κακοί διαπράττουν, αλλά οι καλοί θεοί μου θα τιμωρήσουν μετά το θάνατο αυτούς τους ισχυρούς που αδυνατώ να τιμωρήσω εγώ εν ζωή. Βλέποντας ο ισχυρός αυτή την ηθική, ταυτίζεται υποκριτικά μαζί της και ενισχύεται η θέση του. Καταλαβαίνει ότι είναι ένα τέχνασμα αδυναμίας, το ενθαρρύνει και το επισφραγίζει προκειμένου να παραμείνει πάντα ισχυρός. Δίνει χρήματα να σηκωθούν ναοί και να γραφτούν βιβλία. Ο ανίσχυρος τώρα γοητεύετε και γίνεται πιο υποτελής, δοξάζει στις τελετές του το Θεό που τα όρισε όλα έτσι βολικά και περνάει στα βιβλία του τη βούληση του ισχυρού. Συνεπώς και οι δύο συνάπτουν στο βάθος ένα συμβόλαιο, μια συμφωνία κι αλίμονο σ’ αυτόν τον τρίτο που θα την διαταράξει.
Το δρόμο αυτό επέλεξαν και οι δύο προκειμένου με κάποιον τρόπο να στηθούν και να ξεχωρίσουν απέναντι στη ζωή με όσο γίνεται πιο ανώδυνο για αυτούς τρόπο. Συνεπώς το πρώτο αίτιο της φιλοσοφίας δεν είναι ο θαυμασμός αλλά η διάκριση και η επικράτηση πάνω στους άλλους έστω και πλαστά. Αυτό με μια λέξη λέγεται εγωισμός ο οποίος είναι αληθινό κίνητρο. Ο λόγος και η ισχύς είναι συμπληρώματα κι όχι αιτίες.
Αφού σφραγιστεί η συμφωνία ισχυρού-ανίσχυρου, ακολουθεί ένα άλλο ζητούμενο που δίνει χρώμα και στους δύο, η ηδονή: είναι και οι δύο πια σκεπτόμενοι και ολοκληρωμένοι, υιοθετούν στάση ζωής και την μεταδίδουν στους απογόνους τους. Θεσπίζουν ιερά σύμβολα και αξίες. Ανοίγουν πανεπιστήμια που’ ναι οι ναοί της γνώσης, διακηρύττουν δημοκρατίες, ελευθερίες και ισότητες. Κάποιοι πιο ευφυείς ισχυροί επινοούν την ισότητα των τάξεων και των ευκαιριών. Οι ανίσχυροι ενθαρρύνονται και ζητούν διαρκώς να αλλάξουν όλα εκείνα που οι ίδιοι θα διατηρούσαν αν ήταν στη θέση των άλλων.
Το θέατρο αποκρυσταλλώνεται και αλίμονο πάλι σε όποιον εναντιωθεί προφορικά και μόνο σε αυτά. Πρακτικά ισχύει και επιτρέπεται οτιδήποτε όπως ένας ανίσχυρος μπορεί κάλλιστα να ζει φαυλότερα από έναν ισχυρό αρκεί να μη το ομολογεί. Ο εγωισμός αφορά τον προφορικό λόγο και όχι την πράξη. Ουδείς δύναται να τολμήσει να εναντιωθεί προφορικά της ισότητας ή της δημοκρατίας άσχετα αν στο όνομά τους γίνανε τα μεγαλύτερα αίσχη.
Ως κερασάκι στην τούρτα της ηδονής έρχεται η απληστία: Εγώ ο ισχυρός θα αποκτώ όλο και περισσότερα υλικά, εσύ ο ανίσχυρος θα μοιρολατρείς επικριτικά μέσα σε ένα σωρό από βιβλία που εγώ σου υπέδειξα και θα καταφέρεσαι πάνω σ’ αυτά που έχω για να μην μπεις και συ ποτέ στον επώδυνο κόπο να τα αποκτήσεις. Συνεπώς ο ισχυρός και ο ανίσχυρος είναι έτσι όχι από βιολογική αδυναμία ή φυσική ιδιότητα αλλά από γνωστική επιλογή κατά την οποία ζητούν να αλλάξουν όλα γύρω τους προκειμένου να αποφύγουν να αλλάξουν οι ίδιοι. Ο ένας φοβάται την ανέχεια και ο άλλος τη δράση. Αυτό όμως είναι σύμβαση κι όχι αληθινή επιθυμία γιατί αν αλλάξουν όντως τα πράγματα γύρω τους θα πανικοβληθούν ακόμα περισσότερο. Όποιος βγαίνει από μια πλαστή κατάσταση δεν ξέρει τι είναι αληθινό για να το επιλέξει.
Γίνεται κανείς ηθικός όχι επειδή είναι ηθικός. Η υποταγή σε μια ηθική είναι δουλική, ιδιοτελής ή απελπισμένη. Γι’ αυτό δεν έχει τίποτα ηθικό μέσα της. Να δέχεσαι μια πίστη από έθιμο δείχνει ότι είσαι ή δειλός ή τεμπέλης στη σκέψη κι αυτά γίνανε οι προϋποθέσεις για να ‘σαι ηθικός.
Οι άνθρωποι σκεπτόμενοι τον εγωισμό τους δεν κάνουν τίποτα για το εγώ τους αλλά μόνο για το φάντασμα του εγώ τους. Όλοι μαζί ζουν σε ένα νέφος από αυθαίρετες προσωπικές γνώμες σε διαδοχικά κεφάλια: ένας θαυμαστός κόσμος φαντασμάτων με νηφάλια εμφάνιση. Έτσι συνάπτουν ένα αναιμικό πλάσμα ως πρότυπο ηθικής το οποίο απευθύνεται σε άτομα που τρομάζουν με την ευτυχία. Αυτό που θέλουν είναι η διάκριση κατά βαθμίδες: δισταγμός, φόβος, θαυμασμός, φθόνος, χλευασμός, ανάταση, καταξίωση, θάνατος.
Στο τέλος της βαθμίδας ο μάρτυρας-ασκητής έχει ως απόλαυση μόνο τη διάκρισή του από το βάρβαρο στον οποίο επιβάλλει το δίδαγμα να υποφέρουν πάντα οι άλλοι ενώπιον των οποίων θέλει να διακριθεί. Τώρα όλοι οι υπόλοιποι θεατές συντάσσουν τα απομνημονεύματα του Αγίου τους, καθένας γίνεται τέλειος ηθικός κριτής ενώ το βάρος της εκτέλεσης κουβαλούν πάντα ξένοι ώμοι.
Το σκουλήκι μαζεύεται όταν το πατούν. Με τούτο τον τρόπο μειώνει την πιθανότητα να το πατήσουν πάλι. Στη γλώσσα της ηθικής αυτό λέγεται ταπεινοφροσύνη. Ο ηθικός είναι εκείνος ο γεννημένος για ηθοποιός που υποδύεται τον γεννημένο για ηθικό. Αυταπατώνται όσοι νομίζουν ότι απαλλάσσονται από μια παρακμή με το να κηρύσσουν απλώς πόλεμο εναντίον της. Αυτό που διαλέγουν τελικά δεν είναι παρά μια άλλη έκφραση της παρακμής καθόσον υψώνουν νέους ναούς, ηθικότερους από αυτούς που τάχα γκρέμισαν.
Η χριστιανική ηθική είναι ένας κηρυγμένος πόλεμος εναντίον του ανθρώπινου πάθους σε συμμαχία με όλα τα πανάρχαια ηθικά τέρατα και με βασικό στόχο την αυθόρμητη σεξουαλικότητα. Ενοχοποιεί το σώμα και ευνουχίζει την πρωτοβουλία. Μετά είναι εύκολο υποχείριο του ιερέα ο οποίος όντας βαθιά άθεος αθετεί τα ιερά του. Ο Άγιος ως ιδεώδης ευνούχος των αδυνάτων καλεί όλους τους πιστούς να κοιτούν μόνο τα γραπτά κι όχι ότι νιώθουν μέσα τους. Κατασκευάζει για όλους κρεβάτια σαν του Προκρούστη αλλά ποτέ για δική του χρήση. Έχει ποτέ αναρωτηθεί αν ο άνθρωπος είναι ένα λάθος του θεού ή μήπως ο Θεός ένα λάθος του ανθρώπου.
Friedrich Nietzsche