Στην σύγχρονη ζωή που οι πόλεις μοιάζουν με απέραντες μυρμηγκοφωλιές, υπάρχει μια ανάγκη για την δημιουργία νέας "μυθολογίας", καινούριων παράδοξων ιστοριών. Αυτές οι ιστορίες είναι οι αστικοί θρύλοι, παράδοξες αφηγήσεις που αν και πολλές φορές ακροβατούν μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, πάντα προέρχονται απ’ την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να μετατρέψει το συνηθισμένο και ανούσιο σε μαγικό. Από την αυγή της ύπαρξής του, ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μύθους.
Είναι η φαντασία το χαρακτηριστικό που τον κάνει να διαφέρει από τα υπόλοιπα ζωντανά πλάσματα. Ο μύθος είναι μια σύνθετη έκφραση της αλήθειας, που προσφέρει νόημα σε καθημερινές πρακτικές και αποσκοπεί στην ενεργοποίηση εσωτερικών δυνάμεων. Ειδικά σε μια κυνική κοινωνία οι μύθοι φαίνονται να είναι απαραίτητοι για να μπολιάσουν με κάποιο τρόπο το συναίσθημα ή την αίσθηση του απρόβλεπτου. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη τον μύθο ως φωνή του ασυνειδήτου. Οι αστικοί θρύλοι λοιπόν, φαίνεται να επαναφέρουν κάποια αρχέτυπα. Συνήθως μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ φίλων, με περιεχόμενο άλλοτε εγκληματικό, διεστραμένο, υπερφυσικό κι άλλοτε με το στοιχείο της γοητείας που ασκεί ο τρόμος, η συντριβή της ρουτίνας. Παρακάτω θα δούμε συνοπτικά μερικούς αστικούς θρύλους ή ιστορίες απ’ το Urban Gothic, που προκαλούν το γοητευτικό αίσθημα του φόβου και της ανατριχίλας σε συνθήκες "προστατευόμενου περιβάλλοντος" έστω κι αν αποδεδειγμένα πρόκειται για φανταστικές ιστορίες.
1. Η μαυροφορεμένη του Έβρου
Το κατάλληλο σκηνικό για κάθε τρομακτική διήγηση συνηθίζεται να είναι ένα απομονωμένο μέρος, όπου κάποιος ανυποψίαστος άνθρωπος μένει μόνος του. Έτσι συμβαίνει και με την ιστορία ενός φαντάρου, ο οποίος με έναν ακόμη φίλο του φυλάνε σκοπιά στην «πινέζα του χάρτη». Κάποια στιγμή ο ένας από τους δύο φεύγει για λίγο και ο φαντάρος που φυλάει τη σκοπιά μένει μόνος του.
Σε λίγο ακούει βήματα και μέσα στο σκοτάδι βλέπει να ξεπροβάλλει η φιγούρα μιας μαυροφορεμένης γριούλας με το πρόσωπό της καλυμμένο από μια μαύρη μαντήλα. Τρομαγμένος ο φαντάρος, τη ρωτάει τι θέλει αλλά εκείνη δεν αποκρίνεται. Αντιθέτως, συνεχίζει να πλησιάζει προς το μέρος του. Εκείνος της φωνάζει να μην προχωρήσει αλλά εκείνη επιμένει να πλησιάζει παρόλο που πλέον τον ακούει να οπλίζει.
Ξαφνικά η γιαγιά κοντοστέκεται, σηκώνει λίγο το κεφάλι της, τόσο ώστε να φαίνονται τα καταγάλανα τρομακτικά της μάτια και του λέει «Αυτό που έχεις στην δεξιά σου τσέπη, να ξέρεις... σε έσωσε». Μέχρι ο φαντάρος να καταλάβει τι γίνεται, εκείνη έχει γυρίσει την πλάτη της κι έχει εξαφανιστεί καθώς εκείνος βάζει το χέρι του στη δεξιά του τσέπη και πράγματι βρίσκει ψίχουλα από αντίδωρο.
2. Μην ανάψεις το φως
Ήταν δυο φοιτήτριες οι οποίες συγκατοικούσαν στη Θεσσαλονίκη. Ένα Σαββατόβραδο η μία βγήκε για διασκέδαση και γύρισε στο σπίτι στις 4.00 τα ξημερώματα. Η συγκάτοικός της κοιμόταν στο δωμάτιο της. Ήθελε λοιπόν η κοπέλα να ξεντυθεί και να ξεβαφτεί αλλά χρειαζόταν κάποια σύνεργα τα οποία ήταν στο δωμάτιο της φίλης της, οπότε λοιπόν χτυπάει μήπως και ήταν ξύπνια. Η φίλη της δεν απάντησε οπότε άνοιξε την πόρτα απαλά, δεν άνοιξε το φως για να μην την ξυπνήσει και ψηλαφώντας στο σκοτάδι πήρε στα γρήγορα το μπουκαλάκι με το ξεβαφτικό και πήγε στο δωμάτιο της. Το πρωί που ξύπνησε ήθελε να ξυπνήσει την φίλη της γιατί είχαν κανονίσει να πάνε για ψώνια. Χτύπησε αλλά δεν απάντησε. Ανοίγει για να την ξυπνήσει και την βρίσκει σφαγμένη και δίπλα της ένα χαρτί που έγραφε: "Δεν χαίρεσαι που δεν άνοιξες το φως;"
3. Επίσκεψη από τον άλλο κόσμο
Είμαι η Μαίρη Κ. Είμαι φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη εδώ και τρία χρόνια. Πριν ένα χρόνο περίπου διαδραματίστηκε η ιστορία που θα σας διηγηθώ. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι μου έχει συμβεί!
Αρχικά, ένα βράδυ καθώς γυρνούσα σπίτι, γύρω στις 2 με 2.30 παρατήρησα σχεδόν έξω από την πολυκατοικία μου μια ηλικιωμένη κυρία να στέκεται όρθια και να κοιτάει στο κενό παραμιλώντας ψιθυριστά κάτι που δεν κατάλαβα. Δεν έδωσα όμως πολύ σημασία και μπήκα στην πολυκατοικία μου.
Μετά από τρεις με τέσσερις μέρες, την ίδια ώρα περίπου, γυρίζοντας ξανά στο σπίτι μου μετά από έξοδο την είδα πάλι σχεδόν στο ίδιο σημείο! Εκεί μπορώ να πω πως με ανησύχησε λίγο, αλλά σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι κάποια της γειτονιάς. Μετά από λίγο καιρό, για αρκετό διάστημα, άρχισα να βλέπω περίεργα, σκοτεινά όνειρα, με σκιές να με κατακλύζουν και όχι μόνο. Την ημέρα στο σπίτι μου, νόμιζα πως συνέβαιναν περίεργα πράγματα, όπως το να νομίζω πως υπάρχει κάποια ενέργεια στο χώρο. Πίστευα όμως πως είμαι επηρεασμένη από τα όνειρα. Όλα αυτά όμως, ήταν ένα τίποτα μπροστά σε αυτό που ακολούθησε στη συνέχεια.
Ένα βράδυ, καθώς ασχολούμουν με τον υπολογιστή άκουσα να χτυπάει κάποιος την πόρτα πολύ σιγανά, δεν ήταν πολύ αργά, αλλά δεν περίμενα κανέναν. Φοβήθηκα γιατί εμένα μόνη μου και με τάραζε η ιδέα ότι μπορεί κάποιος άγνωστος να μου χτυπάει την πόρτα, ούτε καν το θυροτηλέφωνο. Διστακτικά σηκώθηκα σιγά σιγά και χωρίς να κάνω θόρυβο, και κοίταξα από το ματάκι. Αυτό που είδα δεν περιγράφεται. Βασικά δεν περιγράφονται τα συναισθήματα. Ακόμα λέω, πως μπορεί να μην είδα καλά, αλλά από το ματάκι είχα δει την ίδια ηλικιωμένη κυρία που έβλεπα έξω από την πολυκατοικία να γυρίζει γρήγορα την πλάτη της και να κατεβαίνει τις σκάλες. Προσπάθησα να καθησυχάσω τον εαυτό μου, με το ότι αυτή η γιαγιά ήταν απλά κάποια τρελή που γυρνούσε στη γειτονιά και έμπαινε στις πολυκατοικίες.
Φυσικά, την επόμενη μέρα, χωρίς να έχω κλείσει μάτι, έφυγα από το σπίτι κι έμεινα για κάποιες μέρες στην κολλητή μου! Όταν αποφάσισα να γυρίσω στο σπίτι μου, στη πολυκατοικία μου, δυο πόρτες μετά το διαμέρισμα μου, γινότανε μια κηδεία. Αυτό το διαμέρισμα ήταν της διαχειρίστριας μου. Γι αυτό το λόγο πήγα για λίγο να δώσω τα συλλυπητήρια μου. Με ανατρίχιαζε λίγο η ιδέα του ότι κάποιος έχει πεθάνει σχεδόν δίπλα από το διαμέρισμα μου, αλλά γρήγορα θα το ξεχνούσα. Μπαίνοντας μέσα λοιπόν, μαθαίνω ότι έχει πεθάνει ο πατέρας της. Δίπλα στη φωτογραφία του εκλιπόντος υπήρχε η φωτογραφία μιας κυρίας, μιας ηλικιωμένης γυναίκας, η οποία μου φαινόταν γνωστή. Κατάλαβα ότι ήταν η γιαγιά που μου χτύπησε την πόρτα μια εβδομάδα πριν και η οποία στεκόταν και έξω από την πολυκατοικία.
Από ότι κατάλαβα η ηλικιωμένη είχε πεθάνει πριν καιρό. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχα έρθει σε επαφή με ένα πνεύμα. Ήταν ο χειρότερος εφιάλτης μου! Μετά απ αυτό το σοκ, έκανα μια σοβαρή συζήτηση με τους γονείς μου να μετακομίσω. Δυσκολεύτηκα να τους πείσω αλλά τα κατάφερα, αν και ποτέ δεν πίστεψαν την ιστορία μου. Μετά από όλα αυτά ακόμα αναρωτιέμαι για ποιο λόγο το πνεύμα της ηλικιωμένης απευθύνθηκε σ εμένα. Λογικά δεν θα μάθω και ποτέ. Ίσως αν δεν έφευγα από το σπίτι μου να μάθαινα τι ήθελε.
4. Στο πίσω κάθισμα
Μια γυναίκα καθώς ταξίδευε νύχτα με το αυτοκίνητό της σε μία επαρχιακή οδό έμεινε από βενζίνη σε ένα ερημικό μέρος. Ευτυχώς για αυτήν βρήκε ένα βενζινάδικο το οποίο και διανυκτέρευε. Έδωσε στον άντρα που δούλευε στο βενζινάδικο την πιστωτική της για βενζίνη. Αυτός αφού μπήκε στο μαγαζί, βγήκε και της είπε ότι είχε στο τηλέφωνο την τράπεζά της και ότι υπήρχε πρόβλημα με την πιστωτική. Η γυναίκα υποψιάστηκε ότι της έλεγε ψέματα, πήγε όμως. Όταν σήκωσε το τηλέφωνο διαπίστωσε ότι η γραμμή ήταν κλειστή και ο άνδρας της είχε πει ψέμματα. Παράλληλα γύρισε και τον είδε να κλείδωνει πολύ βιαστικά την πόρτα του μαγαζιού. Τρομοκρατημένη έπιασε ότι πιο βαρύ βρήκε μπροστά της τον χτύπησε στο κεφάλι και στη συνέχεια έσπασε το τζάμι της πόρτας για να δραπετεύσει. Ο υπάλληλος σύντομα σηκώθηκε και έτρεξε να την προλάβει. Ήδη όμως αυτή είχε μπει στο αμάξι της και έφυγε με μεγάλη ταχύτητα. Αυτός βλέποντας ότι δεν μπορεί πια να την προλάβει φώναξε ελπίζοντας να τον ακούσει: «Κάποιος κρύβεται στο πίσω κάθισμα κυρία!». Ο υπάλληλος είχε δει από την αρχή κάποιον που κρύβονταν στο πίσω κάθισμα με ένα τσεκούρι και κατάλαβε τον κίνδυνο. Προσπάθησε να είναι διακριτικός και την κλείδωσε στο μαγαζί για την ασφάλειά της.
Η ιστορία αυτή έχει γίνει και η εισαγωγική σκηνή της ταινίας "Urban Legend" του Jamie Blanks το 1998.
5. Ένα στοίχημα θανάτου
Ήταν μια φορά 3 φίλοι που πέρασαν μεσάνυχτα έξω από το νεκροταφείο. Τότε αποφάσισαν να βάλουν ένα στοίχημα για να δουν πόσο "γενναίοι" είναι. Αποφάσισαν λοιπόν να μπουν στο νεκροταφείο ένας-ένας, να περάσουν απ όλους τους τάφους, και να ξαναγυρίσουν. Παρόλο που οι δυο δεν είχαν κανένα πρόβλημα, ο τρίτος είχε αρχίσει να τρομάζει και μόνο στην ιδέα ότι θα έμπαινε νύχτα στο νεκροταφείο! Στο φόβο όμως μην τον κοροιδεύσουν οι υπόλοιποι δέχτηκε, με την προϋπόθεση να μπει τελευταίος. Έτσι κι έγινε! Μπήκε αρχικά ο ένας απ την παρέα, και σε περίπου 10 λεπτά βγήκε απ το νεκροταφείο! Το ίδιο έγινε και με τον δεύτερο! Και τώρα ήταν η σειρά του 3ου της παρέας, ο οποίος είχε αρχίσει να τρέμει απ το φόβο του, καταλαβαίνοντας πως ήταν η σειρά του να μπει. Οι φίλοι του όμως δεν πίστεψαν ότι θα άντεχε τη δοκιμασία και για να βεβαιωθούν ότι θα έφτανε και στον τελευταίο τάφο, του έδωσαν ένα μαχαίρι. "Αυτό το μαχαίρι θα το καρφώσεις στον τελευταίο τάφο” του είπαν. "Έπειτα θα μπούμε εμείς και βλέποντάς το καρφωμένο εκεί, θα καταλάβουμε ότι όντως έκανες αυτό που συμφωνήσαμε".
Τελικά, μπήκε μέσα στο νεκροταφείο, πέρασε απ όλους τους τάφους, ώσπου έφτασε στον τελευταίο. Καρφώνει τρεμάμενος και βιαστικός το μαχαίρι και γυρνάει για να φύγει τρέχοντας! Όμως γυρίζοντας, κάτι σαν χέρι τον κρατάει απ την μπλούζα του, εμποδίζοντάς τον να φύγει! Και τότε, κατατρομαγμένος όπως είναι φυσικό, πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς.
Οι δύο φίλοι του που τον περίμεναν απ έξω, άρχισαν να ανησυχούν καθώς είχε περάσει ήδη πολύ ώρα. Αναρωτιόνταν τι μπορούσε να του έχει συμβεί! Φοβισμένοι κι αυτοί, παίρνουν την απόφαση να μπουν στο νεκροταφείο και να τον αναζητήσουν. Αφού έψαξαν όλους σχεδόν τους τάφους, φτάνουν στον τελευταίο! Και βλέπουν τον φίλο τους νεκρό και το μαχαίρι που κάρφωσε στον τάφο, να έχει πιαστεί από την μπλούζα του.
6. Το κοριτσάκι στη σκοπιά
Ήταν ένας νεαρός φαντάρος ο οποίος ήταν φρικαρισμένος στην ιδέα της σκοπιάς. Όταν ήρθε η ώρα να φυλάξει σκοπιά προσπάθησε να τα αποβάλλει όλα από μέσα του και να πάει. Όταν πήγε, του ανατέθηκε να περιπολεί μια περιοχή 50-60 μέτρα. Να σημειωθεί ότι ήταν σε μια περιοχή όπου ήταν πολύ έρημα και ειδικά βράδυ ο καθένας θα φοβόταν να βρίσκεται εκεί. Καθώς περνούσε η ώρα άκουγε μια παιδική και χαρούμενη μελωδία, στην αρχή πολύ σιγά ίσα να σπάει την νεκρική σιγή. Μετά από λίγη ώρα η ευτυχή μελώδια γινόταν όλο και πιο δυνατή. Όπως είναι φυσικό ο φαντάρος τα έχασε αλλά προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία του. Λίγο αργότερα σταμάτησε η μελωδία και μετά από λίγη ώρα καθώς έκανε τα βήματα της σκοπιάς σε έναν κάθετο δρόμο, στα αριστερά του διέκρινε μια φιγούρα, με όλη του την δύναμη φώναξε αλτ τις ει. Προχωρώντας προς το μέρος της αντιλήφθη ότι ήταν ένα μικρό κοριτσάκι γύρω στα 5, ήταν γυρισμένο σε θέση προφίλ και τα ξανθά μαλλιά της κάλυπταν το πρόσωπο της. Μόλις κατάλαβε ότι ήταν μικρή κατέβασε το όπλο, και άρχισε να ρωτάει με όμορφο τρόπο τη μικρή, ”κοριτσάκι τι δουλεία έχεις εσύ εδώ τέτοια ώρα, μήπως έχεις χαθεί;”. Το παιδί δεν απαντούσε, αυτός συνέχισε να ρωτάει χωρίς ωστόσο να παίρνει κάποια απάντηση. Λίγο αργότερα η μικρή μετά από μια ακόμα ερώτηση γύρισε το κεφάλι της το οποίο είχε κατακόκκινα και πρησμένα μάτια και το πρόσωπο της ήταν σαν σαπισμένο. Ο φαντάρος αυτός όπως είναι αναμενόμενο τα έχασε και από το σοκ δεν ξαναμίλησε ποτέ, και είναι κλεισμένος σε ψυχιατρείο.
6. Το στοιχειωμένο φόρεμα
Ένα κορίτσι ετοιμάζεται μια καλοκαιρινή βραδιά στο διαμέρισμά της για έξοδό. Ανοίγει το κουτί που της παρέδωσαν το απόγευμα, από τον άντρα που θα την συνόδευε για χορό. Περιέχει ένα λευκό φόρεμα, το βγάζει και το αφήνει να γλιστρίσει στο σώμα της. Κοιτάει τον εαυτό της στον καθρέφτη και χαμογελάει. Όταν φτάνει με τον συνοδό της στον χώρο της δεξίωσης νιώθει άρρωστη, ενώ φαίνεται χλωμή. Δεν δίνει σημασία και θέλει να χορέψει και να διασκεδάσει. Δεν έδωσε σημασία ούτε όταν άρχισε να αισθάνεται δυσφορία και κάψιμο σε όλο της το δέρμα. Συνέχισε να χορεύει πιστεύοντας ότι ο πόνος θα υποχωρήσει, μα έκανε λάθος. Ξύνοντας το δέρμα στο στομάχι της ο πόνος έγινε ανείπωτος, τόσο που έριξε το ποτήρι της στο πάτωμα. Σε δευτερόλεπτα άρχισε να τραβάει το φόρεμα πανικόβλητη. Οι γύρω άνθρωποι την κοιτούσαν εμβρόντητοι. Με τα νύχια της κουρέλιασε το φορέμα και έγδαρε άγρια το δέρμα της. Ξεχύθηκε στον δρόμο με κραυγές και μετά από λίγο κατέρρευσε. Ο συνοδός της που την ακολούθησε με φρίκη διαπίστωσε πως πέθανε. Αίτιο θανάτου; Το φόρεμα. Η έρευνα αποκάλυψε πως είχε χρησιμοποιηθεί ως νεκρικό ένδυμα για μια νεαρή κοπέλα που πριν την ταφή επεστράφη στο μαγαζί. Όμως η φορμαλδεύδη που απορρόφησε το φόρεμα από το πτώμα εισχώρησε στους πόρους του δέρματος της άτυχης γυναίκας. Θυμίζει πολύ την ιστορία με τον δηλητηριασμένο χιτώνα που πρόσφερε ο κένταυρος Νέσος στον Ηρακλή, δεν νομίζετε;
7. Καρφίτσες-δολοφόνοι
Από το 1995 άρχισαν να κυκλοφορούν μέσω διαδικτύου, φήμες για μολυσμένες καρφίτσες από τον ιό του Aids, ή από μεταδιδόμενα νοσήματα που τις άφηναν άγνωστοι σε δημόσια μέρη όπως σε θυρίδες επιστροφής κερμάτων, σε καρέκλες θεάτρου ή σε λεωφορεία! Το 2000 μάλιστα υπήρχε μια ακόμη νοσηρή ιστορία σχετικά με μολυσμένες σύριγγες που τοποθετούνταν κάτω από χερούλια αντλιών γκαζιού και μάλιστα έγραφαν πάνω τους: "Τώρα έχεις Aids". Ενώ υπάρχουν και καταγραφές που υποστηρίζουν περιστατικά με πλήκτρα τηλεφώνων που είχαν καλυφθεί με ένα μείγμα στρυχνίνης και LSD. Οι επιθέσεις αυτές λέγεται ότι είχαν σχέση με μια συμμορία που είχε σκοπό να διαφθείρει και να τραβήξει αθώα θύματα στον σκοτεινό της κόσμο.
8. Γυναίκες-Αράχνες
Μία χαρακτηριστική περίπτωση έχει να κάνει με όμορφη γυναίκα που αποπλανεί άντρα σε bar, πηγαίνουν σε ξενοδοχείο και μετά από γενναία κατανάλωση αλκοόλ κάνουν σεξ. Συνηθισμένη ιστορία ως τώρα ε; Η έκπληξη αρχίζει το επόμενο πρωινό, όταν ο άντρας ξυπνάει ζαλισμένος από την προηγούμενη βραδιά στο δωμάτιο και διαπιστώνει ότι η γυναίκα που πέρασαν μαζί την νύχτα έχει φύγει. Σηκώνεται για να πάει στο μπάνιο να ένα κρύο ντουζ όταν και βλέπει στον καθρέφτη γραμμένο με κραγιόν το μήνυμα: Καλωσήρθες στον κόσμο του Aids. H ψυχρολουσία τον αναγκάζει να πάρει τηλέφωνο την αστυνομία που τον βεβαιώνει ότι πρόκειται για μια γυναίκα που όντως παρασέρνει άντρες για να τους μολύνει! Τέτοιου είδους ιστορίες εξαπλώνονται αστραπιαία στα περιβάλλοντα των πόλεων. Προιόν αρρωστημένης επιφυλακτικότητας ή εκδίκηση της γυναίκας για την αδικία που της συνέβη;
Μια παρόμοια ιστορία είναι πάλι για έναν άντρα που παρασύρεται από μια γυναίκα άγνωστη, να περάσουν μαζί την νύχτα. Το πρωί ξυπνάει σε μια μπανιέρα γεμάτη με πάγο και ένα σημείωμα να μην κουνηθεί αλλά να πάρει τηλέφωνο στο νοσοκομείο. Ο άντρας καταλαβαίνει πως κάτι δεν πάει καλά και τελικά διαπιστώνει σύμφωνα και με αυτά που του λένε οι γιατροί ότι του έχουν κλέψει ένα νεφρό. Θύμα εμπορίου οργάνων.
9. Snuff Movies
Οι snuff movies είναι φιλμς πορνογραφικού ή πολύ βίαιου περιεχομένου που παρουσιάζουν πραγματικούς ανθρώπους να υποφέρουν, για ψυχαγωγικούς σκοπούς. Η κινηματογράφηση είναι αληθινή, όπως και τα περιστατικά που αποτυπώνει. Μία χαρακτηριστική τέτοιου είδους ταινία ξεκινά με την απαγωγή μιας κοπέλας σε ένα πάρκο από κάποιον άντρα ντυμένο σαμουράι. Ο άντρας την ναρκώνει, την μεταφέρει σε ένα δωμάτιο με αιματοβαμένους τοίχους και την δένει σε ένα βρώμικο κρεβάτι, αρχίζοντας να την διαμελίζει όσο αυτή βρίσκεται σε κατάσταση ημιαναισθησίας, ενώ στο τέλος την αποκεφαλίζει. Βγαίνοντας απ’ το δωμάτιο, η κάμερα μας δείχνει πως είναι γεμάτο με βάζα που περιέχουν ανθρώπινα μέλη. Αυτή η "ταινία" είναι ένα παράδειγμα του περιεχομένου των snuff movies. Πολλές φορές έχουν ανακαλυφτεί από την αστυνομία κασέτες με τέτοια συμβάντα, ενώ υπάρχουν και περίπτωση στην Ρωσία, που οι αρχές ανακάλυψαν και κατάσχεσαν 3000 (!) ταινίες που προορίζονταν για εξαγωγή σε διάφορες χώρες με σκοπό το κέρδος. Ανάλογες περιπτώσεις υπάρχουν και για κακοποιήσεις και βιασμούς παιδιών. Τελικά τα ανθρωπόμορφα τέρατα δεν έχουν ανάγκη μύθων.
10. Μothman
Αν έχετε δει την ταινία "Ο χρησμός της πεταλούδας" σίγουρα γνωρίζετε το περίεργο αυτό πλάσμα που λέγεται ότι εμφανιζόταν στην μικρή πολιτεία Point Pleasant. Το μυστήριο ξεκίνησε το 1966, όταν δύο ζευγάρια που οδηγούσαν στην περιοχή της κωμόπολης κοντά σε ένα συγκρότημα μεγάλων αποθηκών, παρατήρησαν στις σκιές των κτιρίων δύο μεγάλους κόκκινους κύκλους σαν μάτια να παρακολουθούν το αυτοκίνητό τους. Η φιγούρα κινήθηκε και οι νεαροί αντιλήφθηκαν πως το πλάσμα αν κι έμοιαζε με άνθρωπο, είχε φτερά σαν νυχτερίδας, το κεφάλι του δεν φαινόταν, ενώ τα μάτια του ήταν στο ύψος του στήθους. Το πλάσμα πέταξε ξαφνικά και κατευθύνθηκε στο αυτοκίνητο, ενώ ο οδηγός του πανικόβλητος άρχισε να τρέχει. Η φιγούρα τους ακολουθούσε με ανοιχτά φτερά, βγάζοντας κραυγές σαν του ποντικού. Σύντομα όμως χάθηκε και τα δύο ζευγάρια κατέθεσαν έντρομοι την εμπειρία τους στην αστυνομία. Λίγες μέρες αργότερα, οι ίδιοι άνθρωποι δέχτηκαν επίσκεψη από παράξενους μαυροντυμένους ανθρώπους που τους ζήτησαν να μείνουν σιωπηλοί σχετικά με όσα βίωσαν εκείνη την νύχτα. Η φήμη του ιπτάμενου πλάσματος δεν άργησε να εξαπλωθεί σε όλη την πόλη. Κάθε βράδυ πολλά αυτοκίνητα πήγαιναν στο σημείο εκείνο μήπως και δουν το πλάσμα, το οποίο είχαν ήδη βαφτίσει Mothman. Πολλοί ανέφεραν πως το είδαν, ή το συνάντησαν, ενώ παράλληλα αυξήθηκαν οι επισκέψεις από μαυροντυμένους άντρες και ανεξήγητους ακρωτηριασμούς ζώων. Η πόλη είχε οδηγηθεί σε μαζική υστερία και όλα σταμάτησαν όταν το 1967 η μεγάλη γέφυρα που ένωνε την πόλη κατέρρευσε χωρίς εμφανή λόγο και σκοτώθηκαν 46 άτομα. Κατά καιρούς πολλοί κάτοικοι υποστηρίζουν ότι βλέπουν την ιπτάμενη σκιά και πως δέχονται αλλόκοτα τηλεφωνήματα από φωνές που μιλούν σε ακατανόητη γλώσσα. Η έρευνα ακόμη συνεχίζεται.
11. Το άγαλμα-κλόουν
Μια νεαρή babysitter που φροντίζει τα παιδιά ενός ζευγαριού τα έχει βάλει για ύπνο και κάθεται στο σαλόνι. Κάτι όμως δεν την αφήνει να ησυχάσει. Τηλεφωνεί στο ζευγάρι και τους ζητά την άδειά τους να σκεπάσει το άγαλμα-κλόουν που έχουν στο δωμάτιο. «Απλώς με κάνει να ανατριχιάζω κάπως, μιας και είμαι μόνη μου», τους λέει. Το ζευγάρι παγώνει: «Ποιο άγαλμα;», την ρωτά ο πατέρας. «Δεν έχουμε κανένα άγαλμα στο σαλόνι. Πάρε τα παιδιά, πηγαίνετε στην γειτόνισσα και καλέστε την αστυνομία αμέσως», της φωνάζει. Εκείνη, αφού τα κάνει όλα αυτά, ξανακαλεί τον πατέρα της οικογένειας και τον ρωτά τι συμβαίνει. Εκείνος της εξηγεί ότι δεν έχουν στο σπίτι κανένα άγαλμα-κλόουν, και πως τα παιδιά τις τελευταίες μέρες παραπονιούνται πως ένας κλόουν τους παρακολουθεί όσο κοιμούνται. Φυσικά οι γονείς τους πίστεψαν πως απλώς πρόκειται για παιδικές φαντασιώσεις.
Τι είχε όμως συμβεί στ' αλήθεια; Στην πραγματικότητα, το «άγαλμα» ήταν ένας άστεγος νάνος, ο οποίος είχε μεταμφιεστεί σε κλόουν και μην έχοντας πού να μείνει, μπήκε στο συγκεκριμένο σπίτι, το οποίο ήταν τόσο μεγάλο ώστε να μπορεί να αποφεύγει εύκολα «ανεπιθύμητες συναντήσεις». Όταν τον έπιασε η αστυνομία, μάλιστα, τους αποκάλυψε πως έμενε στο σπίτι επί δύο εβδομάδες. Τα βράδια πήγαινε στο παιδικό δωμάτιο, ενώ τις υπόλοιπες ώρες κρυβόταν σε άλλα δωμάτια. Την ώρα που η babysitter μπήκε στο σαλόνι, εκείνος δεν το περίμενε και για να μην τον αντιληφθεί «πέτρωσε» επιτόπου και παρίστανε το άγαλμα.
12. Το πιστό σκυλί
Βρισκόμαστε σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, όπου ζει ένα ζευγάρι με την όμορφη κόρη του και τον πιστό τους σκύλο-φύλακα. Μια μέρα το ζευγάρι φεύγει από την πόλη για δουλειές, και αφήνει την κόρη στο σπίτι, υπό το άγρυπνο βλέμμα του σκύλου τους. Το βράδυ, εκείνη ξαπλώνει στο κρεβάτι να κοιμηθεί και βάζει, όπως συνηθίζει, το χέρι της κάτω από το κρεβάτι, όπου περνά τα βράδια του ο σκύλος. Εκείνος της γλείφει το χέρι. Ωστόσο, η κοπέλα ακούει θόρυβο από σταγόνες που στάζουν και ξανασηκώνεται. Πηγαίνει στο μπάνιο, σφίγγει τις βρύσες καλά και επιστρέφει στο κρεβάτι.
Ξαπλώνει και πάλι, βάζει το χέρι της κάτω από το κρεβάτι και ο σκύλος της γλείφει το χέρι. Οι σταγόνες όμως ακούγονται ακόμα. Σηκώνεται, πηγαίνει και σφίγγει τις βρύσες όλου του σπιτιού και επιστρέφει. Ξαπλώνει, βάζει και πάλι το χέρι κάτω από το κρεβάτι και ο σκύλος το γλείφει. Ο θόρυβος εξακολουθεί να ακούγεται. Η κοπέλα σηκώνεται, αφουγκράζεται καλά και αντιλαμβάνεται ότι οι σταγόνες πέφτουν... μέσα στην ντουλάπα της.
Τρέχει, ανοίγει την ντουλάπα και αντικρίζει ένα φρικιαστικό θέαμα. Ο σκύλος της κρεμασμένος, με αίματα να στάζουν στο κάτω μέρος της ντουλάπας. Εκεί, βρίσκει ένα σημείωμα το οποίο λέει: «Και οι άνθρωποι γλείφουν». Αυτός ο αστικός μύθος αποτελεί μια ευφάνταστη παραλλαγή του γνωστού σημειώματος «Καλώς ήρθες στον κόσμο του AIDS» και έγινε «μόδα» ως γράμμα-αλυσίδα την δεκαετία του '60.
13. Η νύφη το 'σκασε(;)
Ένα νεαρό ζευγάρι αποφασίζει να παντρευτεί και στήνει το γαμήλιο γλέντι στην παλιά αγροικία όπου μεγάλωσε η νύφη. Μετά το μυστήριο και το γλέντι, η παρέα του γαμπρού και της νύφης έχει μια πρωτότυπη ιδέα: Να παίξουν όλοι μαζί κρυφτό. Όλοι δέχονται και τρέχουν να βρουν κρυψώνες. Στο τέλος του παιχνιδιού, όλοι έχουν βρεθεί, αλλά ένα πρόσωπο δεν αποκαλύφθηκε ποτέ. Ήταν η νύφη, που κανείς δεν μπορεί να τη βρει. Οι ώρες περνούν, και ακόμη δεν υπάρχει κανένα σημάδι της.
Περνούν οι μέρες και ο γαμπρός τρομοκρατημένος καταφεύγει στην αστυνομία να δηλώσει την εξαφάνιση. Ωστόσο ακόμη και η αστυνομία δεν την βρίσκει ποτέ. Αρκετά χρόνια αργότερα, η μητέρα της νύφης πεθαίνει. Ο άντρας της, αποφασίζει να ψάξει στα παλιά της πράγματα για να βρει ενθύμια της. Ανεβαίνει λοιπόν στην επί χρόνια αχρησιμοποίητη σοφίτα της αγροικίας και πίσω από αρκετή σαβούρα, βρίσκει ένα παλιό μπαούλο. Το ανοίγει και βρίσκει μέσα το σε πλήρη αποσύνθεση πτώμα της κόρης του. Αυτό που είχε συμβεί ήταν πως η νύφη είχε σπεύσει να κρυφτεί στο μπαούλο, αλλά όταν το καπάκι του έπεσε, οι παλιές κλειδαριές του μπλόκαραν και παγιδεύτηκε εκεί. Κανείς δεν σκέφτηκε να ψάξει στο μπαούλο και η κοπέλα έμεινε εκεί, βρίσκοντας τραγικό θάνατο.
14. Το μαύρο Volga
Βρισκόμαστε στην Βαρσοβία το 1960, τότε που αρκετοί μάρτυρες έκαναν λόγο για ένα παλιό μαύρο αυτοκίνητο Volga, στο πίσω μέρος του οποίου έβλεπαν να γίνονται περίεργα πράγματα. Οι μαρτυρίες λένε για απαχθέντα παιδιά να βρίσκονται στο πίσω κάθισμα, με σοβιετικούς αξιωματούχους σκυμμένους από πάνω τους. Σύμφωνα με τον αστικό μύθο (ή την δυτική προπαγάνδα), υψηλά ιστάμενοι Σοβιετικοί αξιωματούχοι οδηγούσαν το μαύρο Volga μέχρι τη Μόσχα την δεκαετία του 1930, απαγάγοντας στον δρόμο νεαρά, όμορφα κορίτσια για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές ορέξεις των αφεντικών τους, των μεγάλων στρατηγών.
Κάποιοι άλλοι λένε πως οι απαγωγές γίνονταν για να χρησιμοποιήσουν το αίμα των παιδιών για μεταγγίσεις σε πλούσιους ανθρώπους που έπασχαν από λευχαιμία. Σύντομα, ο μύθος εξαπλώθηκε και απέκτησε ακόμη πιο μυστηριώδεις εκδοχές. Σύμφωνα με αυτές, οδηγός του αυτοκινήτου είναι ο ίδιος ο Σατανάς, ενώ συνεπιβάτες του είναι ιερείς, σατανιστές, ακόμη και βαμπίρ. Ποτέ κανείς δεν έμαθε την αλήθεια για το μαύρο όχημα.
15. Μην ανοίξεις την πόρτα!
Αυτή είναι αληθινή ιστορία που έγινε πριν αρκετά χρόνια. Μία γυναίκα ήταν μόνη στο σπίτι γιατί ο άντρας της είχε φύγει το απόγευμα για δουλειές. Γύρω στα μεσάνυχτα και αφού είχε κλείσει την τηλεόραση για να πάει για ύπνο άκουσε κλάματα μωρού στην εξώπορτα της. Παραξενεύτηκε και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάρει τηλέφωνο την αστυνομία. Μόλις τους είπε τι συνέβαινε, εκείνοι της είπαν «ό,τι και αν συμβεί ΜΗΝ ανοίξεις την πόρτα.» αυτή τους είπε πως φοβάται μήπως ο σκύλος της οικογένειας δαγκώσει το μωρό, αλλά οι αστυνομικοί της απάντησαν: «κυρία φύγετε μακριά από την πόρτα και κρυφτείτε στο πιο ασφαλές δωμάτιο. Στέλνουμε ήδη δύο περιπολικά για να σας βοηθήσουν. Μην ανοίξετε σε κανέναν.»
Οι αστυνομικοί έφτασαν μετά από 10 λεπτά αλλά δεν βρήκαν κανέναν ούτε και το μωρό. Όταν η γυναίκα τους άνοιξε τελικά, της είπαν ότι ψάχνουν έναν μανιακό δολοφόνο, που βάζει μία κασέτα με ένα μωρό που κλαίει για να του ανοίξουν την πόρτα. Όλα του τα θύματα είναι γυναίκες μόνες στο σπίτι, τις οποίες βιάζει και έπειτα σκοτώνει. Δεν έχει συλληφθεί από τότε.
16. Προσοχή στις γριούλες
Ήταν κάποτε μια γυναίκα που γύριζε από την δουλειά της και πήγε στο πάρκινγκ όπου είχε αφήσει το αμάξι της. Εκεί είδε να την περιμένει μια γριούλα έξω από το αμάξι. Η γριά την ρώτησε που πήγαινε και η κοπέλα απάντησε στην Κηφισιά. Η γριούλα είπε πως πήγαινε και αυτή εκεί και αν μπορούσε να την πάρει μαζί της. Εκείνη συμφώνησε. Στη διαδρομή η γυναίκα έστρεψε το κεφάλι της και έκπληκτη είδε το χέρι της γριάς να μοιάζει με αντρικό επειδή είχε τρίχες. Συνέχισε να οδηγάει και από τον καθρέφτη κοίταξε καλύτερα την γριά και είδε πως κάτω από την μαντίλα της ήταν αντρικό πρόσωπο. Λίγα μέτρα πιο κάτω υπήρχε ένα φανάρι. Η γυναίκα κατατρομαγμένη έπεσε επίτηδες πάνω στον μπροστινό της και κατέβηκε γρήγορα από το αμάξι να καλέσει την αστυνομία. Μόλις είχε φτάσει η αστυνομία η γριά είχε εξαφανιστεί. Στον έλεγχο του αμαξιού οι αστυνομικοί βρήκαν στο πίσω κάθισμα μία σακούλα που άνηκε στην γιαγιά και μέσα ένα κουζινομάχαιρο με πολύ έντονα φθαρμένη λάμα.